Στην αρχή της θεραπείας της εξάρτησης, κατά τη διάρκεια της αποτοξίνωσης, ο ασθενείς λαμβάνει τα απαραίτητα διαλύματα έγχυσης, οι οποία βοηθούν και επιταχύνουν την εξάλειψη των εθιστικών ουσιών από τον οργανισμό, για να αμβλύνεται ή εντελώς αποφύγειτον σύνδρομο στέρησης («Κρίση»), και για να ανακτήσεται η ισορροπία των χρήσιμων ουσιών και βιταμινών. Ταυτόχρονα, για την εξάρτηση από τα οπιούχα, με τη βοήθεια της βουπρενορφίνης ελέγχονται και συχνότατα εντελώς εξαλειφθούν τα παράπονα και τα σημάδια της κρίσης. Αυτό επιτυγχάνεται με προσεκτική διανομή των φαρμάκων και κατάλληλη επιλογή της θεραπείας (βακλοφαίνη, λοραζεπάμη, γκαμπαπεντίνη, θειαμίνη, φυλλικό οξύ, πυριδοξίνη).
Επιπλέον, σύμφωνα με τις αρχές μας της ατομικής προσέγγισης στο κάθε άτομο, η θεραπεία περιλαμβάνει και τη μέθοδο που βελτιώνει και τις νέες συναισθηματικές δυσκολίες (κατάθλιψη) ή άλλα παθολογικά αποτελέσματα του εθισμού (αϋπνία, απώλεια της όρεξης). Η προσέγγιση αυτή οδηγεί σε όχι μόνο ταχεία υποκειμενική ανακούφιση στους τοξικομανείς, αλλά ενισχύει την αισιοδοξία και τα κίνητρα για την περαιτέρω θεραπεία.
Η περίοδος αποτοξίνωης διαφέρει ανάλογα με το είδος ουσιών που χρησιμοποιήθηκαν. Συχνότατα η περίοδος αυτή διαρκεί από 5-14 μέρες. Μετά την ολοκλήρωση της αποτοξίνωης τελειώνει και η πρώτη και αναγκαία φάση της θεραπείας, η οποία ανοίγει την πόρτα για περαιτέρω θεραπεία και μακροπρόθεσμη αποκατάσταση.
Αναζητώντας την πιο αποτελεσματική και οικονομική μέθοδο θεραπείας για την εξάρτηση από τα οποιύχα, τα τελευταία χρόνια έχουμε προσθέσει και την Ταχεία Εισαγωγή της Θεραπείας με Ανταγωνιστή (Rapid Introduction of Antagonist), ευρύτερα γνωστή ως το «Ταχεία Αποτοξίνωση».
Οι αρχές βασίζονται στα φάρμακα που χορηγούνται εκ των προτέρων και εμποδίζουν τα συμπτώματα του συνδρόμου στέρησης, πριν από την εισαγωγή της ναλτρεξόνης («αναστολείς»)
Με την παροχή της κατάλληλης και επαρκής ισχυρής θεραπείας που αποτρέπειτην κρίση και με την κατάλληλη καταστολή, ο ασθενής περνάειτο μεγαλύτερο μέρος αυτής της διαδικασίας κοιμώντας.
Σε σύγκριση με την κανονική απεξάρτηση, αυτή η μέθοδος έχει έναν περιορισμό λόγω του γεγονότος ότι δεν εφαρμόζεται σε ασθενείς οι οποίοι πάσχουν από ορισμένες σωματικές ασθένειες όπως είναι ο διαβήτης, η υπέρταση, ο υπερθυρεοειδισμός (αυξημένη έκκριση των ορμονών του θυρεοειδούς), συστηματικά αυτοάνοσα νοσήματα, νοσήματα του ήπατος και των νεφρών. Επίσης, η αντένδειξη για τη διαδικασία της ταχείας απεξάρτησης είναι η εξάρτηση από την μεθαδόνη και των βενζοδιαζεπινών.